|
Παρασκευή, 23 Οκτωβρίου 2015 |
Παρέδωσε μαθήματα δικαίου ο βουλευτής Ηλείας και πρώην υπουργός Πολιτισμού Κώστας Τζαβάρας κατά την σημερινή πρώτη συζήτηση στην Βουλή του νομοσχεδίου για τις τηλεοπτικές άδειες. Ως αντιλέγων για την Ν.Δ. ανέλυσε τους λόγους, για τους οποίους το συγκεκριμένο νομοσχέδιο πρέπει να χαρακτηριστεί ως αντισυνταγματικό, έπειτα από αίτημα του Ε. Βενιζέλου να συζητηθεί η συνταγματικότητά του, σύμφωνα με το άρθρο 100 του Κανονισμού της Βουλής.
Όπως παρατήρησε ο Κώστας Τζαβάρας, το αν υπάρχει ή δεν υπάρχει ζήτημα συνταγματικότητας, αναφορικά με τις αντιρρήσεις που έχουν υποβληθεί, δεν θα το κρίνει ούτε η πολιτική ιδεολογία του εκάστοτε ομιλούντος ούτε η ευχέρεια του να μιλάει εξ αφορμής διαφόρων ζητημάτων, ασχέτων με το αντικείμενο του διαλόγου, που εν προκειμένω είναι η συγκεκριμένη συνταγματικότητα. Και συγκεκριμένη συνταγματικότητα σημαίνει να μπορούμε να συνδέουμε την περίπτωση που κρίνουμε ως ρύθμιση του νομοσχεδίου, με αυτά που προβλέπει ως γενικές ή ειδικές πρόνοιες το εν ισχύ Σύνταγμα.
Είναι δεδομένο ότι το Σύνταγμά μας καθορίζει τομείς οικονομικής δραστηριότητας, που, παρόλο το φιλελευθερισμό του, το Κράτος οφείλει να παρεμβαίνει. Και αυτές ακριβώς οι περιπτώσεις έχουν να κάνουν με τη διασφάλιση υπέρτερων αγαθών, που ενδιαφέρουν το δημόσιο συμφέρον και αντιστοιχούν σε κοινωνικές ανάγκες ζωτικής σημασίας. Διότι απέναντι στην υπεράσπιση και την εξυπηρέτηση για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος αντιστοιχεί μια συγκεκριμένη ζωτική ανάγκη της κοινωνίας και αυτή ακριβώς η σύνδεση δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την ίδρυση και τη λειτουργία οργανωτικών δομών, που λέγονται δημόσιες υπηρεσίες.
Κατά την επεξεργασία που έχει κάνει το Συμβούλιο της Επικρατείας, δίδει ως ορισμό της δημόσιας υπηρεσίας εκείνη την οργανωτική μορφή, η οποία αποσκοπεί στο να παρέχει στους διοικούμενους αγαθά που είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ομαλής κοινωνικής συμβίωσης, εντός της οποίας πρέπει να εξυπηρετείται πρώτον, ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του ανθρώπου για τον πολίτη και δεύτερον, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και της δραστηριότητάς του.
Έτσι, λοιπόν, αυτή ακριβώς τη μορφή την έχουμε στη διάταξη του άρθρου 15 παράγραφος 2 του Συντάγματος, που κυρίως αποσκοπεί με τον άμεσο έλεγχο του κράτους στην τηλεόραση και τη ραδιοφωνία να έχει αυτού του είδους την παροχή ζωτικής σημασίας αγαθών, δηλαδή της ενημέρωσης, της πολιτιστικής ανάπτυξης, της ίδιας της λειτουργίας σε τελική ανάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Και αναφέρει ο Κώστας Τζαβάρας: «Λέει λοιπόν, η διάταξη του άρθρου 15, παράγραφος 2, ότι η ραδιοφωνία και η τηλεόραση τελούν υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους. Ο έλεγχος αυτός, δηλαδή και ο άμεσος και ο έμμεσος, καθώς πρέπει να το θεωρήσουμε αναγκαστικά ως ενιαίο στο σύνολό του, διεκπεραιώνεται και εξυπηρετείται από μια ανεξάρτητη διοικητική αρχή. Και για να το πληροφορηθεί και ο κ. Σπίρτζης, ανεξάρτητη διοικητική αρχή είναι αυτή που είναι υπέρτερη της Διοίκησης και της Κυβέρνησης και βεβαίως υπόκειται μόνο στον έλεγχο της Βουλής, που αποτελεί έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτήν ακριβώς τη δημόσια υπηρεσία οργανώνει σε κάθε περίπτωση το κράτος με τους νόμους τους οποίους θεσπίζει».
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, στη συγκεκριμένη περίπτωση απουσιάζουν τα κριτήρια που μπορούν να καταστήσουν εφικτό τον έλεγχο, του εάν δηλαδή σε αυτή την περίπτωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας με τη μορφή της τηλεόρασης,που οργανώνει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, εξυπηρετείται η αρχή της νομιμότητας. Εκτός από το τίμημα, δηλαδή εκτός από οικονομικά κριτήρια, δεν προβλέπονται άλλα κριτήρια που να καθιστούν εφικτό τον έλεγχο της νομιμότητας, που έχει να κάνει με τους σκοπούς που πρέπει να εξυπηρετεί μια τηλεοπτική επιχείρηση, είτε είναι δημόσια είτε είναι ιδιωτική, ήτοι την επί ίσοις όροις παροχή και μετάδοση πληροφοριών, ενημέρωσης, ειδήσεων, έργων τέχνης και λόγου και την ποιότητα των προγραμμάτων. Και υπό αυτή την έννοια, παραβιάζεται με αυτόν τον τρόπο η διάταξη του άρθρου 15 παράγραφος 2 του Συντάγματος.
Κατά δεύτερον, σύμφωνα με τον Κώστα Τζαβάρα, στο τρίτο εδάφιο το Σύνταγμα ορίζει ότι ο έλεγχος αυτός συνίσταται στο καθεστώς της προηγούμενης αδειοδότησης, στο οποίο περιλαμβάνεται προφανώς και είναι στοιχείο αυτού του ελέγχου, που ασκείται από το ΕΣΡ και ο αριθμός των αδειών και η τιμή εκκίνησης. Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, είναι αντισυνταγματική η εξουσιοδότηση που γίνεται στον συγκεκριμένο Υπουργό ή στους δύο Υπουργούς για τον καθορισμό τόσο του αριθμού των αδειών, όσο και της τιμής της εκκίνησης, σύμφωνα με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, γιατί η αρμοδιότητα αυτή με ρητή πρόβλεψη του Συντάγματος ανήκει στο ΕΣΡ.
Κατά τρίτον και σοβαρότερο, σε αυτήν ακριβώς την περίπτωση συντρέχει και παραβίαση του άρθρου 43, παράγραφος 2 του Συντάγματος, όπως εμμέσως προκύπτει και από την Έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής. Δηλαδή, ενώ κατά την συγκεκριμένη διάταξη, είναι δυνατή η παροχή νομοθετικής εξουσιοδότησης για ρύθμιση ενός θέματος από τον αρμόδιο υπουργό, υπό τον όρο ότι το θέμα αυτό είναι ειδικότερον και αφορά ένα λεπτομερειακό ή τεχνικό θέμα, εντούτοις στην συγκεκριμένη περίπτωση μια τέτοια νομοθετική εξουσιοδότηση γίνεται παρά το Σύνταγμα, για θέμα που ούτε τεχνικό, ούτε λεπτομερειακό, ούτε ειδικότερο είναι, δηλαδή για τον καθορισμό του αριθμού των αδειών που θα τεθούν σε δημοπρασία και τον καθορισμό της τιμής εκκίνησης της.
Και καταλήγει ο Κώστας Τζαβάρας: «Θεωρώ, λοιπόν, ότι αν αφήσουμε κατά μέρος όλα αυτά τα παχιά λόγια περί διαπλοκής, περί οποιασδήποτε άλλης υποταγής – όπως άκουσα προηγουμένως – της κοινής γνώμης στα μονοπώλια, θα πρέπει πριν από όλα να ψηφίσουμε έναν νόμο, ο οποίος θα έχει κριτήρια που θα εξυπηρετούν και θα διασφαλίζουν την αρχή της νομιμότητας. Και αυτή ακριβώς η έλλειψη είναι ολοκληρωτική σε αυτό το συγκεκριμένο νομοσχέδιο».
|