|
Κυριακή, 12 Αυγούστου 2018 |
Ύβριν χρή σβεννύναι μάλλον ή πυρκαϊήν
Ηράκλειτος «Περί φύσεως»
Τη νύχτα της 23ης Ιουλίου, που η πύρινη λαίλαπα στην Ανατολική Αττική αφάνιζε ζωές και περιουσίες, είναι βέβαιο ότι δεν θα την ξεχάσει κανείς. Πρωτίστως γιατί οι απώλειες σε ζωές, περιουσίες, αλλά και οι πληγές στο φυσικό περιβάλλον έλαβαν διαστάσεις εθνικής καταστροφής. Αλλά και γιατί συνέπεσε το καθήκον της αντιμετώπισης μιας τόσο μεγάλης φυσικής καταστροφής να το υπηρετήσουν με χαμηλό αίσθημα ευθύνης και απρονοησίας όσοι είχαν την αρμοδιότητα γι’ αυτό, τόσο σε πολιτικό όσο και σε υπηρεσιακό επίπεδο.
Αναμφίβολα το κράτος εκπροσωπήθηκε από λειτουργούς που ελέγχονται για χονδροειδείς παραλείψεις, για παραβιάσεις κανονισμών, έλλειψη συντονισμού ενεργειών, ανεπίτρεπτα μειωμένη αντίληψη του κινδύνου, αλλά και για απουσία σε κρίσιμες στιγμές από τον τόπο του καθήκοντος. Χείριστη όμως και εξωφρενική υπήρξε η στάση της κυβέρνησης αλλά και προσωπικά του Πρωθυπουργού που, χωρίς να έχουν σαφή αντίληψη της έκτασης και του μεγέθους της καταστροφής, εξεδήλωναν δημοσίως την υπερηφάνειά τους, ισχυριζόμενοι ότι επέτυχαν (προφανώς με την απραξία τους) να μη θρηνήσουμε περισσότερα θύματα απ’ όσα τελικά χάθηκαν. Διαψεύστηκαν όμως οικτρά, γιατί από τις μαρτυρίες όσων επιβίωσαν αποδείχθηκε ότι τα αθώα και τραγικά θύματα αυτής της φυσικής καταστροφής θα μπορούσαν να είχαν διασωθεί εάν οι αρμόδιοι είχαν εφαρμόσει κατά γράμμα το ειδικό σχέδιο πολιτικής προστασίας από φυσικές καταστροφές που οφείλονται σε δασικές πυρκαγιές, το οποίο μάλιστα είχε τεθεί σε ισχύ από τις 25/5/2018 με κοινή απόφαση των αρμόδιων υπουργών.
Πρόκειται για έναν υποχρεωτικό πρακτικό οδηγό κατανομής ρόλων και αρμοδιοτήτων μεταξύ κυβέρνησης, τοπικής αυτοδιοίκησης, Πυροσβεστικής, Αστυνομίας κ.λπ. που στηρίζεται στην εξής αυτονόητη παραδοχή: όταν υφίστανται συνθήκες υψηλής επικινδυνότητας και η δασική πυρκαγιά δεν καταστεί δυνατόν να κατασβεστεί τις πρώτες κρίσιμες στιγμές, τότε η προσπάθεια για κατάσβεση μετατρέπεται σε αγώνα για διαχείρισή της, με ταυτόχρονη κινητοποίηση για απομάκρυνση και διάσωση των πολιτών που κατοικούν σε περιοχές απειλούμενες από την πιθανή εξάπλωση του φαινομένου. Δυστυχώς όμως κανείς από τους στόχους της πολιτικής προστασίας, ήτοι της απομάκρυνσης και διάσωσης των πολιτών, δεν επετεύχθη.
Ο τραγικός απολογισμός αυτής της αποτυχίας οφείλεται σε ανικανότητα και ανεπάρκεια αποτελεσματικής δράσης. Δράσης όχι για να αντιμετωπιστεί η πυρκαγιά, που πράγματι ήταν αδύνατο να κατασβεστεί αφού ξέφυγε στο αρχικό της στάδιο, αλλά για να προστατευθούν και να διασωθούν δεκάδες αθώοι συνάνθρωποί μας, που ανυποψίαστοι βρίσκονταν στα σπίτια τους στον Βουτζά και στο Μάτι και θα μπορούσαν να είχαν γλιτώσει τον θάνατο εάν είχαν λάβει ένα σήμα κινδύνου. Επειδή οι κρατικοί λειτουργοί που ήταν επιφορτισμένοι με την κατάσβεση της πυρκαγιάς στην Καλλιτεχνούπολη δεν έσπευσαν να τους προειδοποιήσουν για τον θανάσιμο κίνδυνο που απειλούσε τη ζωή τους, όταν η πυρκαγιά κατέστη ανεξέλεγκτη και απειλούσε να εξαπλωθεί στον Βουτζά και στο Μάτι.
Αραγε με ποιο δικαίωμα πολιτικοί και υπηρεσιακοί παράγοντες, με αρμοδιότητα στην πολιτική προστασία, στέρησαν την ενημέρωση από τους ανθρώπους αυτούς, την ώρα που κινδύνευαν η ζωή τους και η περιουσία τους, το δικαίωμα της ενημέρωσης για το κακό που τους απειλεί, ώστε να έχουν τουλάχιστον τη δυνατότητα της αυτοπροστασίας.
Η πολιτική προστασία ως γνωστόν αφορά προεχόντως τη διάσωση των πολιτών απέναντι σε κίνδυνο καταστροφών που οφείλονται εκτός των άλλων και στην κλιματική αλλαγή ή μπορεί να απειλούν περιοχές που έχουν οικοδομηθεί άναρχα και αυθαίρετα. Ούτε η κλιματική αλλαγή αλλά ούτε η αυθαίρετη δόμηση απαλλάσσουν τους υπευθύνους από την υποχρέωση της κάλυψης με πολιτική προστασία αυτών που κινδυνεύουν από φυσική καταστροφή. Οι αντίθετοι ισχυρισμοί της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού, και κυρίως η εμμονή τους στην εξωπραγματική και εξωλογική εκδοχή ότι ο θάνατος των άτυχων συμπολιτών μας οφείλεται στην ακατάβλητη οργή της φύσης ή στις θηριώδεις οικιστικές στρεβλώσεις του περιβάλλοντος, αποτελούν εμπαιγμό της κοινής γνώμης και προδίδουν αδιαφορία και ανικανότητα πρόσληψης και αποδοχής των αληθινών αιτίων της τραγωδίας. Τελικά, εκτός από την απερίγραπτη καταστροφή, τον θρήνο και την οδύνη, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης επέτυχαν να μείνει η τραγική αυτή περίπτωση αλησμόνητο μνημείο χαλαρότητας και αδιαφορίας, που χαρακτηρίζει τη στάση με την οποία αντιμετώπισαν τις υπαρκτές και μεγάλες ευθύνες τους για την επέλευση της μεγαλύτερης εθνικής τραγωδίας.
Αλλά εκτός από την απόδοση των ευθυνών στη μοίρα, δεν δίστασαν παράλληλα να προβούν και σε μια σειρά από αντιφατικές, πλην όμως παιδαριώδεις δικαιολογίες. Αρχικά απέφευγαν τηρώντας αιδήμονα σιωπή να εμφανιστούν στον τόπο της καταστροφής. Εν συνεχεία δήλωσαν ότι, παρ’ όλο που ερεύνησαν τη συμπεριφορά των κρατικών οργάνων, λάθος δεν έχουν εντοπίσει στη συμπεριφορά τους.
Παρά ταύτα ο Πρωθυπουργός με αρκετή καθυστέρηση ανέλαβε «ακέραια την πολιτική ευθύνη», χωρίς προφανώς να αντιλαμβάνεται την πρακτική συνέπεια μιας τέτοιας ανάληψης. Ακολούθως κάποιος υπουργός εδήλωσε δημοσίως ότι όποιος αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη δεν σημαίνει ότι είναι και υπεύθυνος(!), αλλά το αποκορύφωμα σε αυτό το κρεσέντο του ανορθολογισμού το έδωσε με εμβληματική δήλωση ένας άλλος υπουργός, που εξέφρασε δημοσίως την απορία του γιατί αποδίδονται ευθύνες σε έναν Πρωθυπουργό «που είναι μόλις 44 ετών».
Δηλαδή σε ένα παιδί που του έλαχε να αναλάβει την εξουσία της διακυβέρνησης της χώρας χωρίς να φταίει σε τίποτε. Έτσι όπως το είχε φανταστεί ο Ροζέ Βιτράκ στο περιώνυμο θεατρικό του έργο «Victor ή Τα παιδιά στην εξουσία», σε αυτό το κορυφαίο δημιούργημα του σουρεαλισμού στον χώρο του θεάτρου. Του θεάτρου που αναμφίβολα οι τρόποι του σήμερα έχουν πλέον εποικίσει τον χώρο της πολιτικής (όπως γράφει ο ΤομαςΜάγερ στο έργο του «Η πολιτική ως θέατρο») και παράγει αυταπάτη εξουσίας, υπό το κράτος της οποίας ο πολιτικός νιώθει ότι μπορεί να εξουσιάζει και θέματα που δεν γνωρίζει. Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορεί κάποιος να διακρίνει πότε ένας Πρωθυπουργός λειτουργεί δημοσίως ως ηθοποιός και πότε ένας ηθοποιός παριστάνει με επιτυχία τον Πρωθυπουργό. Αυτό που δεν πρόκειται να καταλάβει ο Πρωθυπουργός, σχεδιάζοντας την επόμενη μέρα και εξαγγέλλοντας ένα ελκυστικό μέλλον για όλους, είναι τα λόγια του Σεφέρη: «Γιατί πρέπει να ρωτήσω τους νεκρούς για να μπορέσω να προχωρήσω παρακάτω».
* Το άρθρο δημοσιεύεται στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, 12.08.2018
|