|
Πέμπτη, 19 Ιουλίου 2018 |
Την άμεση επέμβαση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου ζητά ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ. και βουλευτής Ηλείας Κώστας Τζαβάρας, προκειμένου να ριφθεί φως σε όλες τις πτυχές και τις ειδικότερες συνθήκες, κάτω από τις οποίες και με βάση όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας στον Τύπο,η υπόθεση πλαστογραφίας ασφαλιστικής ενημερότητας συγγενών του πρωθυπουργού, με την οποία συμμετείχαν σε διαγωνισμό για την ανάληψη κατασκευής δημόσιου έργου προϋπολογισμού 1,1 εκατομμυρίων δεν εκδικάστηκε τελικά από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, παρόλο που είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για πλαστογραφία,κατ’άρθρ. 216 ΠΚ.
Αυτό γιατί το δικαστήριο έκρινε ότι η πλαστογραφία της ασφαλιστικής ενημερότητας, δηλαδή του εγγράφου με το οποίο ο αρμόδιος ασφαλιστικός φορέας βεβαιώνει ότι ο ενδιαφερόμενος ασφαλισμένος δεν οφείλει ληξιπρόθεσμες εισφορές, δεν αποτελεί βεβαίωση,αλλά αποτελεί πιστοποιητικό που διευκολύνει την άμεση συντήρηση, τη κίνηση και τη κοινωνική πρόοδο του δράστη της πλαστογραφίας. Απ’ αυτή τη πρωτοφανή και ανορθόδοξη παραδοχή οι κατηγορούμενοι πέτυχαν να υπαχθούν στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου Παρασκευόπουλου (Ν.4322/2015), αφού το εύρος της προβλεπόμενης ποινής του άρθρου 217 καλύπτεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού. Έτσι λοιπόν κατ΄εφαρμογή του νόμου Παρασκευόπουλου (που δεν θα έπρεπε να τύχει εφαρμογής στη συγκεκριμένη περίπτωση) η υπόθεση παρεγράφη υφ’ όρων και τέθηκε στο αρχείο χωρίς να εκδικαστεί.
Η κρίση αυτή των συγκεκριμένων δικαστικών αρχών είναι πρωτοφανής και έρχεται όχι απλώς σε αντίθεση, αλλά σε ευθεία ρήξη με όλη τη μέχρι σήμερα νομολογία του ΑΠ, ο όποιος επανειλημμένως και χωρίς καμία απόκλιση δέχεται(βλ. ενδεικτικά 957/2013)ότι για να συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 217 ΠΚ θα πρέπει ο δράστης να επιδιώκει σκοπό που αποβλέπει «αποκλειστικώς στην άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο του δράστου ή κάποιου άλλου, χωρίς όμως η προσδοκώμενη εκ της πράξεως ωφέλεια ή η αντίστοιχη ζημία τρίτου να έχουν την σημασία, την οποία έχουν για την θεμελίωση της βασικής διατάξεως του αρθρ. 216 ΠΚ.
Στην περίπτωση όμως που εκ της πλαστογραφίας βλάπτεται άλλος ευθέως στις έννομες αυτού σχέσεις, ή το συμφέρον της δημοσίας υπηρεσίας, ή αν, γενικώτερα, η πλαστογραφία γίνεται για άλλο σκοπό, εκτός του υπό του αρθρ. 217 αναφερομένου, τότε και αν ακόμη χρησιμοποιούνται έγγραφα προβλεπόμενα υπό του ιδίου άρθρου ως πιστοποιητικά ή μαρτυρικά, εφαρμοστέα τυγχάνει η βασική περί πλαστογραφίας διάταξη του αρθρ. 216 §1ΠΚ και όχι η ειδική διάταξη του αρθρ. 217 ΠΚ».
Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι προφανές ότι οι δράστες ή ο δράστης δεν επιδίωκε την άμεση συντήρηση, κίνηση και κοινωνική του πρόοδο, αλλά σκόπευε να προσπορίσει επιχειρηματικό περιουσιακό όφελος στον εαυτό του,που θα προέρχονταν από την ανάληψη της κατασκευής του συγκεκριμένου δημόσιου έργου, προϋπολογισμού 1,1 εκ.
Επιπλέον δε, στις περιπτώσεις της διενέργειας διαγωνισμών των φορέων του δημοσίου τομέα είναι αυτονόητο ότι βλάπτεται το συμφέρον της δημόσιας υπηρεσίας, που επιβάλει τη τήρηση όλων των τύπων και των εγγυήσεων που διασφαλίζουντη διαφάνεια,την αμεροληψία και τη νομιμότητα, αλλά προεχόντως βλάπτονται και τα συμφέροντα όσων συμμετέχουν στον ίδιο διαγωνισμό και διεκδικούν με νόμιμα και όχι απατηλά, πλαστά μέσα την ανάδειξη τους ως αναδόχων του δημοπρατούμενου έργου.
Τέλος, σε όλες τις περιπτώσεις νομολογίας του ΑΠ (πχ. 1/2018, 710/2016, 1347/2015, 769/2013) που αφορούν υποθέσεις πλαστογραφίας με κατάρτιση πλαστής ασφαλιστικής ή φορολογικής ενημερότητας, η ποινική δίωξη έχει ασκηθεί δυνάμει της διάταξης του άρθρου 216 (βασικό έγκλημα πλαστογραφίας που δεν καλύπτεται από το νόμο Παρασκευόπουλου και δεν παραγράφεται υφ’ όρων) και σε καμία δεν υπάρχει ποινική δίωξη με βάση τη διάταξη του άρθρου 217 ΠΚ, που πλέον είναι προφανές ότι επινοήθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση για να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις Παρασκευόπουλου, ώστε να μην οδηγηθούν σε δίκη οι κατηγορούμενοι. Επομένως προκύπτει άμεση ανάγκη επέμβαση της Εισαγγελέως του ΑΠ για να ανασυρθεί η υπόθεση από το αρχείο, να επανεξεταστεί και στα πλαίσια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης να ερευνηθεί εάν στοιχειοθετούνται ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες κατάχρησης εξουσίας (κατ’ άρθρ. 239 ΠΚ).
Χαρακτηριστικά ο Κώστας Τζαβάρας για όλα αυτά δήλωσε σε συνέντευξη του στους Γ.Κουβαρά και Κ.Δούκα στο ραδιόφωνο του Θέματος 104,6 ότι «στη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση αυτά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, κάποιος έπρεπε να καταδικαστεί για κακούργημα και μέσα από μια σειρά μεθοδεύσεων απ’ότι φαίνεται απηλλάγη. Και γι’ αυτό θα πρέπει αμέσως η Εισαγγελία του ΑΠ να διατάξει κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση, για να δούμε αν πράγματι συντρέχουν ή όχι οι συγκεκριμένες ευθύνες».
Ερωτώμενος τέλος για το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, κατέληξε λέγοντας ότι «Όποιος αναφέρεται αρνητικά στο θρυλούμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς δεν ψάχνει να βρει ψύλλο στ’ άχυρα. Μάλλον άχυρα και σανός είναι το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Γιατί, για να τελειώνει αυτό το παραμύθι, η ηθική δεν είναι εμπόρευμα, ούτε ιδιοκτησία κανενός και δεν μπορεί να διαμορφώνει κατ’ αυτόν τον εντελώς προπαγανδιστικό τρόπο με την επιμονή της η οποιαδήποτε Αριστερά ηθικό πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων πολιτών αυτής της κοινωνίας».
|