|
Παρασκευή, 10 Δεκεμβρίου 2010 |
΄Οσοι ελληνόγλωσσοι πολίτες σ΄αυτή την χώρα άκουγαν από τις αρχές Δεκεμβρίου 2009 τον Πρωθυπουργό Γ. Α. Παπανδρέου να κάνει λόγο σε δηλώσεις του περί μειώσεως της Εθνικής Κυριαρχίας της χώρας λόγω του δημοσιονομικού αδιεξόδου της (βλ. ΝΕΑ 9/12/ 09, Ελευθεροτυπία 12/12/2010) δεν πίστευαν στα αυτιά τους. Πως είναι δυνατόν να απολεσθεί τμήμα της Εθνικής Κυριαρχίας του Κράτους χωρίς προηγούμενη πολεμική ήττα διερωτώντο ευλόγως.
Διασκέδαζαν τότε τις ανησυχίες τους με την σκέψη ότι μάλλον, η γνωστή ροπή του Γ.Α. Παπανδρέου σε γλωσσικές αστοχίες, απέδιδε νέα έργα. Οι εξελίξεις όμως απέδειξαν το αντίθετο: Ο Πρωθυπουργός όχι μόνο ήξερε πολύ καλά τι σκεπτόταν αλλά και άριστα διατύπωνε στα Ελληνικά τα διανοήματά του.
Σήμερα πλέον κανείς δεν δικαιούται να αγνοεί ότι τα λόγια εκείνα του ΄Ελληνα Πρωθυπουργού δεν ήσαν τυχαία ούτε άστοχα. Προανήγγειλαν μια από τις πιο οδυνηρές ταπεινώσεις του ΄Εθνους εν καιρώ ειρήνης. Από τότε ο Γ.Α. Παπανδρέου σχεδίαζε την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση πασχίζοντας να κρύψει κάτω από ένα αθώο «Μνημόνιο» την πιο επαίσχυντη για κυρίαρχο κράτος δανειακή σύμβαση.
Όπως προκύπτει από την αλληλουχία των γεγονότων ο Πρωθυπουργός παρέδωσε στους Ευρωπαίους δανειστές μας και το Δ.Ν.Τ. μαζί με τις άλλες συμβατικές εγγυήσεις για την εξασφάλιση των συμφερόντων τους και την εθνική μας υπερηφάνεια. Επειδή κατά κόρον έχει λεχθεί ότι τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και οι πρόθυμοι σύμμαχοί του, αποδέχθηκαν τους πράγματι επαχθείς και ταπεινωτικούς όρους του Μνημονίου για…να εξοικονομήσουν τα χρήματα που απαιτούντο για την πληρωμή των μισθών και των συντάξεων των υπαλλήλων του Δημοσίου, αξίζει να ερωτηθούν δημοσίως: είχαν άραγε συνείδηση των συνεπειών που προκάλεσε η μέσω του Μνημονίου αυτού παραίτηση της Ελλάδας από τις ασυλίες της Εθνικής της κυριαρχίας, την οποία φευ αδιστάκτως προσυπέγραψαν και με τον τρόπο αυτό οδήγησαν τον ελληνικό λαό σε μία από τις μεγαλύτερες ταπεινώσεις της ιστορίας του;
Το Ελληνικό Κράτος επί Κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ παραιτήθηκε εκουσίως, ‘’ αμετακλήτως και άνευ όρων ‘’ από το αυτονόητο δικαίωμά του να υπάρχει ως αυθύπαρκτη και ισότιμη κυρίαρχη εθνική οντότητα, η οποία δικαιούται να αξιώνει τον σεβασμό της ακεραιότητάς της από κάθε άλλο μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και της Διεθνούς Κοινότητας.
Ειδικότερα με το άρθρο 14(5) της δανειακής σύμβασης και το σημείο 11 της γνωμοδότησης των νομικών συμβούλων του Κράτους η Ελλάδα παραιτείται αμετακλήτως και άνευ όρων από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει η ίδια ή η περιουσία της για όλες τις νομικές διαδικασίες που έχουν σχέση με την δανειακή Σύμβαση και αφορούν ζητήματα κρατικής κυριαρχίας (ήτοι: άσκηση αγωγής, δικαστική απόφαση, συντηρητική κατάσχεση, αναγκαστική εκτέλεση).
Επομένως εάν για κάποιο λόγο δεν μπορέσουμε να είμαστε συνεπείς με τις συμβατικές μας υποχρεώσεις οι δανειστές μας μπορούν να κατάσχουν και να εκποιήσσουν αναγκαστικά κάθε ακίνητο ή κτήριο που κατέχει το ελληνικό δημόσιο λ.χ. μουσεία κ.α.)
Περαιτέρω το Ελληνικό Κράτος παραιτήθηκε από το κυριαρχικό δικαίωμα του να ενάγεται ενώπιον των δικών του δικαστηρίων και αποδέχθηκε την δικαιοδοσία των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων για κάθε δίκη σχετική με την δανειακή σύμβαση.
Σε αυτά τα δικαστήρια, ως γνωστόν, η πλειοψηφία των δικαστών είναι εντολοδόχοι ή εκπρόσωποι των δανειστών της Ελλάδας. Ουσιαστικά δηλαδή θα μας δικάζουν οι δανειστές μας.
Επίσης η Κυβέρνηση δέχθηκε ως εφαρμοστέο δίκαιο για την δανειακή σύμβαση όχι το ελληνικό ή τουλάχιστον το ευρωπαϊκό αλλά το αγγλικό δίκαιο, παρόλο που κανείς από τους δανειστές δεν έχει υιοθετήσει το δίκαιο αυτό ως εθνικό του δίκαιο (άρθρο 14 (1) της σύμβασης) .
Η επιλογή αυτή επιβλήθηκε προφανώς από τους δανειστές γιατί το αγγλικό δίκαιο είναι ιδιαίτερα σκληρό απέναντι στους οφειλέτες και προσφέρει αποτελεσματική προστασία στους δανειστές για την περίπτωση που οφειλέτες του είναι αλλοδαπά κράτη και ιδιαίτερα στα ζητήματα που έχουν σχέση με την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας (State immunity act.1978).
Τέλος κατά τρόπο ταπεινωτικό για την Ελλάδα με τη Σύμβαση αυτή, παρέχεται στους δανειστές της η δυνατότητα να εκχωρούν μονομερώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από αυτήν σε τρίτους (λ.χ. ένας ή περισσότεροι δανειστές μπορούν οποτεδήποτε το θελήσουν να μεταβιβάσουν τις απαιτήσεις τους από το δάνειο σε άλλα κράτη, δηλαδή στην Τουρκία ή σε εκπροσώπους των αγορών φέρ’ ειπείν στον κο Σόρο.)
Η Ελλάδα δεν θα μπορεί στη περίπτωση αυτή να αντιτάξει οποιαδήποτε αντίρρηση. Αντίθετα, η ίδια δεν μπορεί χωρίς τη συναίνεση των δανειστών της να προβεί στην ίδια ενέργεια.
Υπ΄αυτές τις συνθήκες, ποιος Έλληνας υπάλληλος θα δεχόταν να θυσιάσει με αυτόν τον ταπεινωτικό τρόπο την εθνική του αξιοπρέπεια για χάρη του μισθού του;
Όταν μάλιστα ‘’Τέτοιοι όροι μπαίνουν για πρώτη φορά σε σύμβαση δανείου στην Ιστορία της ανθρωπότητας’’ όπως δηλώνει ο Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Γ. Κασιμάτης ΄΄Προσβάλλουν τον Ελληνικό λαό και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό’’ συνεχίζει ο Καθηγητής.
΄Αραγε μετά από αυτά, ποιος ΄Ελληνας πολίτης χωρίς να ντρέπεται μπορεί να χαρακτηρίζει την αντίδραση σε μια τέτοια εθνική ταπείνωση ως αντιμνημονιακή ρητορεία;
|